ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ: ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑ ΕΔΑΦΟΥΣ

Ορισμός Τοπογραφίας :
Τοπογραφία είναι η επιστήμη που μελετά την φυσική και τεχνητή επιφάνεια της γης και εκτελεί ορισμένες μετρήσεις πάνω σε αυτή με σκοπό να τις μεταφέρει υπό κλίμακα για να δημιουργηθεί ένα σχέδιο μία τομή ή ακόμη και ένας χάρτης.

Όροι Ονοματολογίας Εδάφους :
 (1) ΟΡΙΖΟΝΤΑΣ: Είναι ο κύκλος που περιβάλλει τον παρατηρητή, στον οποίο η γη και ο ουράνιος θόλος φαίνονται, ότι συναντώνται.
(2) ΚΟΡΥΦΟΓΡΑΜΜΗ:Η γραμμή διαχωρίσεως των υδάτων η οποία συνδέει διαδοχικές κορυφές κάποιου ορεινού όγκου.
(3) ΚΟΡΥΦΗ: Το υψηλότερο σημείο κάθε εδαφικής εξάρσεως.
(4) ΚΛΙΤΥΣ: Η επιφάνεια κάποιας εδαφικής εξάρσεως, προς τη μεριά του παρατηρητή, η οποία βρίσκεται μεταξύ της τοπογραφικής οφρύος και
των προπόδων.
(5) ΑΝΤΙΚΛΙΤΥΣ: Η αντίστοιχη επιφάνεια της κλιτύος προς την αντίθετη
πλευρά, που δεν είναι ορατή από τον παρατηρητή.
(6) ΠΗΓΗ: Η ανάβλυση ύδατος από κάποιο σημείο του εδάφους, χωρίς
τεχνητή επέμβαση.
(7) ΡΥΑΚΙ: Συνεχής ροή μικρής ποσότητας νερού προερχομένης από
κάποια φυσική ή τεχνητή πηγή.
(8) ΠΟΤΑΜΙ: Συνεχής ροή μεγάλης ποσότητας νερού μέσα σε κοιλότητα
(κοίτη), τεχνητή ή φυσική, συνήθως μεγάλου μήκους. Οι ποταμοί σχηματίζονται από τα βρόχινα νερά των ορεινών όγκων, πηγών, ρυακιών, ρεμάτων και εκβάλλουν στη θάλασσα, λίμνες ή μεγαλύτερους ποταμούς.
(9) ΟΧΘΕΣ: Οι πλευρές της κοίτης του ποταμού, που είναι πάνω από την επιφάνεια του νερού.
(10) ΚΟΙΤΗ : Η κοιλότητα που σχηματίσθηκε από τη ροή του νερού και μέσα στην οποία ρέει το νερό του ποταμού κατά τη μεγαλύτερη αυτού ανύψωση. Η κοίτη μπορεί να είναι φυσική ή τεχνητή.
(11) ΠΡΟΠΟΔΕΣ Ή ΥΠΩΡΙΕΣ:Το κατώτερο τμήμα ενός ορεινού όγκου, που περιλαμβάνεται από τη γραμμή, από την οποία το έδαφος αλλάζει κλίση αισθητά και γίνεται πιο ομαλό ή πιο απότομο, μέχρι τη πεδιάδα.
(12) ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΗ ΟΦΡΥΣ: Η γραμμή που διαχωρίζει την κορυφή από τις πλαγιές και από την οποία αλλάζει κλίση το έδαφος.
(13) ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΟΦΡΥΣ: Η πιο ψηλή γραμμή των πλαγιών (κλιτύων), από τις οποίες είναι ορατό το έδαφος τους μέχρι τους πρόποδες.
(14) ΑΥΧΕΝΑΣ: Το χαμηλότερο σημείο μεταξύ δύο διαδοχικών κορυφών, από το οποίο γεννώνται κι από τις δύο μεριές κοιλότητες.
(15) ΑΝΤΕΡΕΙΣΜΑ: Η γραμμή διαχωρισμού των υδάτων με τις πλαγιές της, η οποία ξεκινάει από την κορυφή ενός ορεινού όγκου ή μιας κορυφογραμμής και φθάνει μέχρι τη πεδιάδα. Τα αντερείσματα φαίνονται σαν να αντιστηρίζουν τους ορεινούς όγκους. Πάντα μεταξύ δύο αντερεισμάτων υπάρχει μία χαράδρα και μεταξύ δύο χαραδρών ένα αντέρεισμα.
(16) ΡΑΧΗ: Καλείται η ψηλότερη επιφάνεια κατά μήκος κάποιου υψώματος ή αντερείσματος.
(17) ΠPANΕΣ: Η επιφάνεια των προπόδων η ευρισκόμενη προς το μέρος του παρατηρητού.
(18) ΑΝΤΙΠΡΑΝΕΣ: Η επιφάνεια των προπόδων η ευρισκόμενη στο πίσω μέρος του ορεινού όγκου, σε σχέση με τον παρατηρητή.
(19) ΛΟΦΟΣ: Εδαφική έξαρση, της οποίας το ύψος, πάνω από το έδαφος που την περιβάλλει, φθάνει μέχρι τα 200μ.
(20) ΒΟΥΝΟ: Εδαφική έξαρση, της οποίας το ύψος, πάνω από το έδαφος που την περιβάλλει, κυμαίνεται μεταξύ των 200 και 1000μ.
(21) ΟΡΟΣ: Η εδαφική έξαρση, της οποίας το ύψος, πάνω από το έδαφος που την περιβάλλει, υπερβαίνει τα 1000μ.
(22) ΠΟΡΟΣ: Αβαθής περιοχή ποταμού, μέσα στην οποία μπορεί να περάσει πεζός, έφιππος ή όχημα. Ανάλογα με το βάθος και τη φύση του πυθμένα του ποταμού, διακρίνονται σε πόρους για ανθρώπους, κτήνη και οχήματα.
(23) ΧΑΡΑΔΡΑ: Το βαθύτερο τμήμα της κοιλότητας μεταξύ δύο αντερεισμάτων, στο οποίο τρέχει νερό.
(24) ΦΑΡΑΓΓΙ: Στενή κοιλάδα η οποία βρίσκεται σε βαθιά ρωγμή και της οποίας οι πλευρές είναι σχεδόν κατακόρυφες.
(25) ΣΤΕΝΩΠΟΣ: Στενή διάβαση κοιλάδας, της οποίας το έδαφος από τις δύο μεριές παρουσιάζεται απότομο και κατά συνέπεια αδιάβατο.
(26) ΚΟΙΛΑΔΑ: Η λωρίδα εδάφους, κατά κανόνα πεδινού, που
περιλαμβάνεται μεταξύ δύο οροσειρών ή λοφοσειρών.
(27) ΔΑΣΟΣ: Εδαφική έκταση κατάφυτη από δένδρα. Ανάλογα της
πυκνότητας του διακρίνεται σε αραιό, πυκνό και αδιάβατο.
(28) ΔΑΣΥΛΛΙΟ: Δάσος περιορισμένης έκτασης, συνήθως τεχνητό.
(29) ΣΥΣΤΑΔΑ ΔΕΝΔΡΩΝ: Μικρός αριθμός δένδρων, κοντά το ένα στο
άλλο σε ακάλυπτο ή καλυμμένο έδαφος, χαρακτηριστικά ευδιάκριτων.
(30) ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΟ ΔΕΝΔΡΟ: Χαρακτηριστικό δένδρο που βρίσκεται
σε ακάλυπτη περιοχή.
(31) ΑΙΘΡΙΑ: Μικρή ακάλυπτη έκταση μέσα σε δάσος.
(32) ΘΑΜΝΟΣ: Βλάστηση μικρού ύψους κατά συστάδες.
(33) ΛΟΧΜΗ: Χαμηλά δένδρα φυτεμένα πυκνά κατά συστάδες κοντά το
ένα στο άλλο, τα οποία όμως δεν καλύπτουν τις κινήσεις πεζών, όπως κουμαριές, σχίνα, πρίνοι κλπ.

Ο σκοπός της τοπογραφίας επιτυγχάνεται όταν αναγνωρίζουμε σωστά και άμεσα τη θέση μας στον χάρτη, ενώ παράλληλα γνωρίζουμε την ονοματολογία για οτιδήποτε φυσικό η τεχνικό χαρακτηριστικό υπάρχει κοντά ή μακριά μας και είμαστε σε θέση να το αναγνωρίσουμε σωστά.
Πηγή δημοσίευσης : Στρατιωτικοί Κανονισμοί & Εγχειρίδιο
www.TrueTactical.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια